Ματαιόδοξος στα τσεχικά

Μετάφραση: ματαιόδοξος, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pyšný, domýšlivý, marný, neplodný, ješitný, marnivý, zbytečný, povýšenecký, namyšlený, domýšlivé
Ματαιόδοξος στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ματαιόδοξος

ματαιόδοξος ετυμολογία, ματαιόδοξος ορισμός, ματαιόδοξος λεξικο, ματαιόδοξος συνωνυμα, ματαιόδοξος λεξικό γλώσσας τσεχικά, ματαιόδοξος στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • μασώ στα τσεχικά - žvýkat, přežvykovat, přemýšlet
  • ματαιοδοξία στα τσεχικά - domýšlivost, nicotnost, marnivost, malichernost, marnost, Umyvadlo do desky, ješitnost, ...
  • ματαιότητα στα τσεχικά - domýšlivost, marnivost, malichernost, nicotnost, zbytečnost, nepoužitelnost, neužitečnosti, ...
  • ματαιώνω στα τσεχικά - zrušení, stornovat, křížit, zrušit, anulovat, zkřížit, zhatit, ...
Τυχαίες λέξεις
Ματαιόδοξος στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: pyšný, domýšlivý, marný, neplodný, ješitný, marnivý, zbytečný, povýšenecký, namyšlený, domýšlivé