Απαγορεύω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: απαγορεύω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абараняць, забараніць
Απαγορεύω στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απαγορεύω

απαγορεύω στα γαλλικά, απαγορεύω συνώνυμο, απαγορεύω αρχαια, απαγορεύω english, απαγορεύω στα αγγλικά, απαγορεύω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, απαγορεύω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • απαίτηση στα λευκορωσικά - пытацца, патрабаванне, патрабаваньне
  • απαγορευμένο στα λευκορωσικά - забаронена, забароненае, забаронены
  • απαγχονίζω στα λευκορωσικά - адрас, шыбеніца
  • απαγωγέας στα λευκορωσικά - выкрадальнік
Τυχαίες λέξεις
Απαγορεύω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: абараняць, забараніць