Απαγορεύω στα ουγγρικά
Μετάφραση: απαγορεύω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megtiltás, tilt, tiltják, ments, megtiltják, megtilthatja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απαγορεύω
απαγορεύω στα γαλλικά, απαγορεύω συνώνυμο, απαγορεύω αρχαια, απαγορεύω english, απαγορεύω στα αγγλικά, απαγορεύω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, απαγορεύω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- απαίτηση στα ουγγρικά - követelmény, követelményt, követelménye, kötelezettség, követelménynek
- απαγορευμένο στα ουγγρικά - tabu, tiltott, tilos, megtiltotta, megtiltották, tiltja
- απαγχονίζω στα ουγγρικά - átboltozás, lelassulás, lassulás, akasztófa, Gibbet, bitófát, gémes, ...
- απαγωγέας στα ουγγρικά - emberrabló, abductor, lányrabló
Τυχαίες λέξεις
Απαγορεύω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megtiltás, tilt, tiltják, ments, megtiltják, megtilthatja
Μεταφράσεις: megtiltás, tilt, tiltják, ments, megtiltják, megtilthatja