Βαθουλωμένος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: βαθουλωμένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пусты, шчарбаты
Βαθουλωμένος στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαθουλωμένος

βαθουλωμένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, βαθουλωμένος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • βαθμολόγηση στα λευκορωσικά - маркіроўка
  • βαθμός στα λευκορωσικά - ступень
  • βαθουλώνω στα λευκορωσικά - ўвагнутасць, увагнутасць
  • βαθούλωμα στα λευκορωσικά - ўвагнутасць, увагнутасць
Τυχαίες λέξεις
Βαθουλωμένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пусты, шчарбаты