Βαθουλωμένος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: βαθουλωμένος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
вдлабнати, нарушен, намалено, dented, загрози
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαθουλωμένος
βαθουλωμένος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, βαθουλωμένος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- βαθμολόγηση στα σλαβομακεδονικά - означување, обележување, по повод одбележувањето, одбележувањето, по повод
- βαθμός στα σλαβομακεδονικά - степен, диплома, степенот
- βαθουλώνω στα σλαβομακεδονικά - Дент, ник, Dent, трага
- βαθούλωμα στα σλαβομακεδονικά - Дент, ник, Dent, трага
Τυχαίες λέξεις
Βαθουλωμένος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: вдлабнати, нарушен, намалено, dented, загрози
Μεταφράσεις: вдлабнати, нарушен, намалено, dented, загрози