Βαθουλωμένος στα νορβηγικά

Μετάφραση: βαθουλωμένος, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hul, hule, bulkete, bulket, dented, inntrykte, inntrykt
Βαθουλωμένος στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βαθουλωμένος

βαθουλωμένος λεξικό γλώσσας νορβηγικά, βαθουλωμένος στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • βαθμολόγηση στα νορβηγικά - merking, merkingen, markering, merking av
  • βαθμός στα νορβηγικά - kjennemerke, rekke, omfang, grad, rang, tegn, markere, ...
  • βαθουλώνω στα νορβηγικά - dent, bulk, bulke, bosatt, av Dent
  • βαθούλωμα στα νορβηγικά - dent, bulk, bulke, bosatt, av Dent
Τυχαίες λέξεις
Βαθουλωμένος στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: hul, hule, bulkete, bulket, dented, inntrykte, inntrykt