Δασμολόγιο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: δασμολόγιο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тарыф
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δασμολόγιο
ελληνικό δασμολόγιο, δασμολόγιο 2014, δασμολόγιο 2012, κοινοτικό δασμολόγιο, δασμολόγιο 2013, δασμολόγιο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δασμολόγιο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- δασκάλα στα λευκορωσικά - настаўнік
- δασμοί στα λευκορωσικά - абавязак, абавязкі, абавязкаў, абавязку
- δασοκομία στα λευκορωσικά - лясная гаспадарка, лясную гаспадарку, лясной гаспадаркай, распараджаецца лясной гаспадаркай
- δασολογία στα λευκορωσικά - лясная гаспадарка, лясную гаспадарку, лясной гаспадаркай, распараджаецца лясной гаспадаркай
Τυχαίες λέξεις
Δασμολόγιο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: тарыф
Μεταφράσεις: тарыф