Δασμολόγιο στα λιθουανικά

Μετάφραση: δασμολόγιο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
muitas, tarifas, tarifų, tarifinė, muitų tarifų, tarifo
Δασμολόγιο στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δασμολόγιο

ελληνικό δασμολόγιο, δασμολόγιο 2014, δασμολόγιο 2012, κοινοτικό δασμολόγιο, δασμολόγιο 2013, δασμολόγιο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, δασμολόγιο στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • δασκάλα στα λιθουανικά - mokytojas, mokytoja, instruktorius, mokytojų, mokytojo, dėstytojas
  • δασμοί στα λιθουανικά - muitas, pareigos, muitai, pareigas, muitų, mokesčiai
  • δασοκομία στα λιθουανικά - miškininkystė, miškininkystės, miško, miškų, miškų ūkio
  • δασολογία στα λιθουανικά - miškininkystė, miškininkystės, miško, miškų, miškų ūkio
Τυχαίες λέξεις
Δασμολόγιο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: muitas, tarifas, tarifų, tarifinė, muitų tarifų, tarifo