Δασμολόγιο στα πορτογαλικά
Μετάφραση: δασμολόγιο, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tarifas, tarifa, pautal, tarifário, tarifária
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δασμολόγιο
ελληνικό δασμολόγιο, δασμολόγιο 2014, δασμολόγιο 2012, κοινοτικό δασμολόγιο, δασμολόγιο 2013, δασμολόγιο λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, δασμολόγιο στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- δασκάλα στα πορτογαλικά - professor, mestra, ensinar, mestre, ensine, professora, professores, ...
- δασμοί στα πορτογαλικά - tarifas, holandês, dever, deveres, direitos, funções, atribuições, ...
- δασοκομία στα πορτογαλικά - silvicultura, florestal, florestais, florestas, da silvicultura
- δασολογία στα πορτογαλικά - silvicultura, florestal, florestais, florestas, da silvicultura
Τυχαίες λέξεις
Δασμολόγιο στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: tarifas, tarifa, pautal, tarifário, tarifária
Μεταφράσεις: tarifas, tarifa, pautal, tarifário, tarifária