Δικαίωμα στα λευκορωσικά
Μετάφραση: δικαίωμα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
добра, права
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δικαίωμα
δικαίωμα στην πόλη, δικαίωμα υψούν, δικαίωμα εκλέγεσθαι, δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες, δικαίωμα προαίρεσης, δικαίωμα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, δικαίωμα στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- διθυραμβικός στα λευκορωσικά - дифирамбический
- δικάζω στα λευκορωσικά - суддзя, судзьдзя
- δικαιοδοσία στα λευκορωσικά - юрысдыкцыя, юрысдыкцыі, юрысдыкцыю
- δικαιολογία στα λευκορωσικά - апраўданне, апраўданьне, апраўдання
Τυχαίες λέξεις
Δικαίωμα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: добра, права
Μεταφράσεις: добра, права