Εγκρίνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εγκρίνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
зацвердзіць, зацьвердзіць, будзе зацвердзіць, сьцьвердзіць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκρίνω
εγκρίνω χρόνοι, εγκρίνω κλίση, εγκρίνω χρονικη αντικατασταση, εγκρίνω μετάφραση, εγκρίνω english, εγκρίνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εγκρίνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εγκοπή στα λευκορωσικά - выманне, выемка, адабранне, вымаюць, выняцце
- εγκράτεια στα λευκορωσικά - умеранасць, ўмеранасць, памяркоўнасьць, ўмерана, стрыманасць
- εγκρατής στα λευκορωσικά - ўмераны, лёгкі, слабы, умераны, ціхі
- εγκυμοσύνη στα λευκορωσικά - цяжарнасць, беременность, цяжарнасьць
Τυχαίες λέξεις
Εγκρίνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: зацвердзіць, зацьвердзіць, будзе зацвердзіць, сьцьвердзіць
Μεταφράσεις: зацвердзіць, зацьвердзіць, будзе зацвердзіць, сьцьвердзіць