Εγκρίνω στα φινλανδικά
Μετάφραση: εγκρίνω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hyväksyä, hyväksyy, hyväksyttävä, hyväksymään, hyväksy
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκρίνω
εγκρίνω χρόνοι, εγκρίνω κλίση, εγκρίνω χρονικη αντικατασταση, εγκρίνω μετάφραση, εγκρίνω english, εγκρίνω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εγκρίνω στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- εγκοπή στα φινλανδικά - viiltää, kolo, viilto, pykälä, lovi, rasti, piestä, ...
- εγκράτεια στα φινλανδικά - raittius, pidättyvyys, pidättyväisyys, kohtuus, kohtuullisuus, alkututkinto, raittiuden, ...
- εγκρατής στα φινλανδικά - kohtuullinen, lauha, lauhkea, raitis, raittiina, raittiita, abstinent, ...
- εγκυμοσύνη στα φινλανδικά - raskaus, raskauden, raskauteen, raskauden aikana, raskautta
Τυχαίες λέξεις
Εγκρίνω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: hyväksyä, hyväksyy, hyväksyttävä, hyväksymään, hyväksy
Μεταφράσεις: hyväksyä, hyväksyy, hyväksyttävä, hyväksymään, hyväksy