Εξωθώ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εξωθώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
выштурхоўваць, выпіхваць, выштурхваць, выціскаць, выкідваць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξωθώ
ωθώ συνώνυμο, εξωθώ συνώνυμα, εξωθώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εξωθώ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εξυπνάδα στα λευκορωσικά - спрыт, Майстэрства, спрытнасць, спрыту, Майстэрства гульні
- εξωγήινος στα λευκορωσικά - іншаземец, замежнік, чужаземец
- εξωκλήσι στα λευκορωσικά - капліца, каплічка
- εξωστρεφής στα λευκορωσικά - экстроверт
Τυχαίες λέξεις
Εξωθώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: выштурхоўваць, выпіхваць, выштурхваць, выціскаць, выкідваць
Μεταφράσεις: выштурхоўваць, выпіхваць, выштурхваць, выціскаць, выкідваць