Εξωθώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: εξωθώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
išstumti, presuoti, išspausti, Praeiti, Izgrūst
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξωθώ
ωθώ συνώνυμο, εξωθώ συνώνυμα, εξωθώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, εξωθώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- εξυπνάδα στα λιθουανικά - sumanumas, protingumą, apsukrumu, protingumas, apsukrumas
- εξωγήινος στα λιθουανικά - svetimas, svetimšalis, užsienietis, užsieniečio, užsieniečiui, svetima
- εξωκλήσι στα λιθουανικά - koplyčia, Chapel, koplyčios, koplyčią, koplytėlė
- εξωστρεφής στα λιθουανικά - ekstravertas, komunikabilus, ekstravertišku elgesiu, Žmogus be dvasiniø interesų
Τυχαίες λέξεις
Εξωθώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: išstumti, presuoti, išspausti, Praeiti, Izgrūst
Μεταφράσεις: išstumti, presuoti, išspausti, Praeiti, Izgrūst