Καθορίζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: καθορίζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
вызначаць, вызначыць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθορίζω
καθορίζω στα γαλλικά, καθορίζουν μετάφραση, καθορίζω translation, καθορίζω συνώνυμα, καθορίζουν μετάφραση αγγλικά, καθορίζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καθορίζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- καθολικός στα λευκορωσικά - каталіцкі, каталіцкая
- καθομιλούμενος στα λευκορωσικά - гутарковы, Размоўны, размоўная, гутарковую, гутарковая
- καθορισμένος στα λευκορωσικά - пошта, узяць, падымаццa, саджаць, фіксаваны
- καθοριστικός στα λευκορωσικά - вызначальнік, вызначнік
Τυχαίες λέξεις
Καθορίζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: вызначаць, вызначыць
Μεταφράσεις: вызначаць, вызначыць