Λοίμωξη στα λευκορωσικά

Μετάφραση: λοίμωξη, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
інфекцыя, інфэкцыя
Λοίμωξη στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λοίμωξη

λοίμωξη στο μυοκάρδιο, λοίμωξη από έρπη ζωστήρα, λοίμωξη μυοκαρδίου, λοίμωξη αναπνευστικού icd 10, λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος, λοίμωξη λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, λοίμωξη στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • λιχουδιά στα λευκορωσικά - дэлікатэс, далікатэс, ласунак
  • λιώνω στα λευκορωσικά - працаваць, чэзнуць, чахнуць, марнець
  • λογάριθμος στα λευκορωσικά - лагарыфм
  • λογαριάζω στα λευκορωσικά - лічыць
Τυχαίες λέξεις
Λοίμωξη στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: інфекцыя, інфэкцыя