Λοίμωξη στα λιθουανικά
Μετάφραση: λοίμωξη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
infekcija, infekcijos, infekciją, infekcijų
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λοίμωξη
λοίμωξη στο μυοκάρδιο, λοίμωξη από έρπη ζωστήρα, λοίμωξη μυοκαρδίου, λοίμωξη αναπνευστικού icd 10, λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος, λοίμωξη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, λοίμωξη στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- λιχουδιά στα λιθουανικά - delikatesas, skanėstas, gardumynas, subtilumas, gardėsis
- λιώνω στα λιθουανικά - Mirti, atliekų toli, nykstame, Marnie, Lėtėti
- λογάριθμος στα λιθουανικά - logaritmas, logaritmo
- λογαριάζω στα λιθουανικά - suskaičiuoti, skaičiuoti, tikėtis, skaičius, pasikliauti
Τυχαίες λέξεις
Λοίμωξη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: infekcija, infekcijos, infekciją, infekcijų
Μεταφράσεις: infekcija, infekcijos, infekciją, infekcijų