Λοίμωξη στα ρωσικά

Μετάφραση: λοίμωξη, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
инфекция, заразительность, инфицирование, заражение, поветрие, зараза, инфекции, инфекцией
Λοίμωξη στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λοίμωξη

λοίμωξη στο μυοκάρδιο, λοίμωξη από έρπη ζωστήρα, λοίμωξη μυοκαρδίου, λοίμωξη αναπνευστικού icd 10, λοίμωξη του ουροποιητικού συστήματος, λοίμωξη λεξικό γλώσσας ρωσικά, λοίμωξη στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • λιχουδιά στα ρωσικά - кусочек, лоскуток, тонкость, сложность, чувствительность, щекотливость, изысканность, ...
  • λιώνω στα ρωσικά - таять, растворяться, стапливать, выточить, растапливать, обострить, истолочь, ...
  • λογάριθμος στα ρωσικά - логарифм, логарифма, логарифмом, логарифму, логарифмический
  • λογαριάζω στα ρωσικά - рассчитать, рассчитывать, вычислить, исчислять, полагать, вычислять, посчитать, ...
Τυχαίες λέξεις
Λοίμωξη στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: инфекция, заразительность, инфицирование, заражение, поветрие, зараза, инфекции, инфекцией