Μαζεύομαι στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μαζεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
скурчвацца
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαζεύομαι
μαζεύομαι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μαζεύομαι στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μαζί στα λευκορωσικά - ораны, са, разам
- μαζεμένος στα λευκορωσικά - прыемны, прыемная
- μαζεύω στα λευκορωσικά - збіраць, зьбіраць
- μαζικός στα λευκορωσικά - маса, шмат, вага
Τυχαίες λέξεις
Μαζεύομαι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: скурчвацца
Μεταφράσεις: скурчвацца