Μαζεύομαι στα σλοβενικά

Μετάφραση: μαζεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
klečeplastvo, Dodvoravanje
Μαζεύομαι στα σλοβενικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαζεύομαι

μαζεύομαι λεξικό γλώσσας σλοβενικά, μαζεύομαι στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • μαζί στα σλοβενικά - s, spolu, z, se, skupaj, ter
  • μαζεμένος στα σλοβενικά - ljubki, Mehka, kosmati, za ljubkovanje, ljubkovanje
  • μαζεύω στα σλοβενικά - zbiranje, zbirati, zbirajo, zbrati, zbira
  • μαζικός στα σλοβενικά - masa, maso, mase, množično, masni
Τυχαίες λέξεις
Μαζεύομαι στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: klečeplastvo, Dodvoravanje