Νηφάλιος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: νηφάλιος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тямны, цвярозы, трезвый, цьвярозы
Νηφάλιος στα λευκορωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: νηφάλιος

νηφάλιος ετυμολογία, νηφάλιος τι σημαινει, νηφάλιος λεξικό, νηφάλιος ορισμός, νηφάλιος σημασια, νηφάλιος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, νηφάλιος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • νησί στα λευκορωσικά - выспа, востраў, выспу, остров
  • νησιώτης στα λευκορωσικά - островитянин
  • νιαουρίζω στα λευκορωσικά - мяу, мяў
  • νικημένος στα λευκορωσικά - пераможаны, зможаны, капітуліраваўшы
Τυχαίες λέξεις
Νηφάλιος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: тямны, цвярозы, трезвый, цьвярозы