Προσωπείο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: προσωπείο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
маска
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: προσωπείο
πρόσωπο συνώνυμο, προσωπείο cushing, αδενοειδές προσωπείο, ιπποκράτειο προσωπείο, προσωπείο του ιπποκράτη, προσωπείο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, προσωπείο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- προσχώνω στα λευκορωσικά - aggrade
- προσχώρηση στα λευκορωσικά - ўступленне, уступленне, ўступ, ўступленьне, уступ
- προσωπικά στα λευκορωσικά - асабіста
- προσωπικό στα λευκορωσικά - супрацоўнікі
Τυχαίες λέξεις
Προσωπείο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: маска
Μεταφράσεις: маска