Στενά στα λευκορωσικά
Μετάφραση: στενά, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прыходзiць, прыстань, адбыцца, цесна, шчыльна
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στενά
στενά του ορμούζ, στενά του μαγγελάνου, στενά του κερτς, στενά παντελόνια, στενά της μάγχης, στενά λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, στενά στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- στεγαστικός στα λευκορωσικά - корпус
- στεγνός στα λευκορωσικά - сухi, сухі, сухой, сухім, сухое, сухога
- στενάζω στα λευκορωσικά - стогн, стогны, енк
- στενός στα λευκορωσικά - маленький, гарох, вузкi, абвяшчаць, блізка, блізкі
Τυχαίες λέξεις
Στενά στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прыходзiць, прыстань, адбыцца, цесна, шчыльна
Μεταφράσεις: прыходзiць, прыстань, адбыцца, цесна, шчыльна