Φλογισμένος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: φλογισμένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хворы, хворай, хворае, хворы на, балючае
Φλογισμένος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φλογισμένος

φλογισμένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, φλογισμένος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • φλογερά στα λευκορωσικά - горача, цёпла
  • φλογερός στα λευκορωσικά - агністы, вогненны
  • φλοιός στα λευκορωσικά - кара, кора
  • φλομώνω στα λευκορωσικά - flomono
Τυχαίες λέξεις
Φλογισμένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: хворы, хворай, хворае, хворы на, балючае