Φλογισμένος στα ρωσικά

Μετάφραση: φλογισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
жаркий, знойный, палящий, обжигающий, больной, боль, боль в, болит, рана
Φλογισμένος στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φλογισμένος

φλογισμένος λεξικό γλώσσας ρωσικά, φλογισμένος στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • φλογερά στα ρωσικά - пылко, стремительно, горячо, страстно, пламенно, ревностно
  • φλογερός στα ρωσικά - огневой, огненный, ярый, зажигательный, ревностный, ретивый, страдный, ...
  • φλοιός στα ρωσικά - болтать, пролаять, лай, ободрать, гаркать, дубить, гавкать, ...
  • φλομώνω στα ρωσικά - душить, давиться, заделать, задыхаться, дросселировать, заглушать, придушить, ...
Τυχαίες λέξεις
Φλογισμένος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: жаркий, знойный, палящий, обжигающий, больной, боль, боль в, болит, рана