Φλογισμένος στα ουκρανικά

Μετάφραση: φλογισμένος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
палючий, хворий, хворої, хвора, хворою, хворий на
Φλογισμένος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: φλογισμένος

φλογισμένος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, φλογισμένος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • φλογερά στα ουκρανικά - жагливий, жагучий, шалений, гаряче, палко
  • φλογερός στα ουκρανικά - ревний, огненний, жагучий, гарячий, опришкуватий, страсний, полум'яний, ...
  • φλοιός στα ουκρανικά - кора, гавкай, гавкіт, хіна, гавкати, барк, дубити
  • φλομώνω στα ουκρανικά - задушення, забивати, душити, дросель, задушувати, flomono
Τυχαίες λέξεις
Φλογισμένος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: палючий, хворий, хворої, хвора, хворою, хворий на