Βοήθημα στα λιθουανικά

Μετάφραση: βοήθημα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
priežiūra, globa, pagelbėti, padėjėjas, pagalba, pagalbos, pagalbą, parama
Βοήθημα στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βοήθημα

βοήθημα βιολογίας γ γυμν, βοήθημα ιλιάδας β γυμν, βοήθημα 500 ευρώ, βοήθημα φυσικής γ γυμν, βοήθημα γλώσσας β γυμν, βοήθημα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, βοήθημα στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • βλοσυρός στα λιθουανικά - žiaurus, nykus, bjaurus, niūrus, paniuręs
  • βοήθεια στα λιθουανικά - pagalbininkas, parama, pragyvenimas, globa, asistentas, padėjėjas, pagelbėti, ...
  • βοηθητικός στα λιθουανικά - pagalbinis, pagalbinė, pagalbinės, pagalbiniai, pagalbinių
  • βοηθός στα λιθουανικά - padėjėjas, pagalba, pagalbininkas, pagelbėti, asistentas, asistentė, padėjėja, ...
Τυχαίες λέξεις
Βοήθημα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: priežiūra, globa, pagelbėti, padėjėjas, pagalba, pagalbos, pagalbą, parama