Βοήθημα στα πολωνικά
Μετάφραση: βοήθημα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
pomoc, pomocnik, sprzyjać, pomagać, wsparcie, pomocy
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βοήθημα
βοήθημα βιολογίας γ γυμν, βοήθημα ιλιάδας β γυμν, βοήθημα 500 ευρώ, βοήθημα φυσικής γ γυμν, βοήθημα γλώσσας β γυμν, βοήθημα λεξικό γλώσσας πολωνικά, βοήθημα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- βλοσυρός στα πολωνικά - rufa, tylnica, surowy, srogi, marsowy, poważny, markotny, ...
- βοήθεια στα πολωνικά - pomagać, poprzeć, wspomagać, pomocnik, poczęstować, wesprzeć, poratowanie, ...
- βοηθητικός στα πολωνικά - posiłkowy, zapasowy, pomocniczy, pomocnicze, pomocniczego, pomocnicza, wspomagająca
- βοηθός στα πολωνικά - poradzić, asystent, wspomagać, poratowanie, sukurs, podpowiadanie, zaradzać, ...
Τυχαίες λέξεις
Βοήθημα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: pomoc, pomocnik, sprzyjać, pomagać, wsparcie, pomocy
Μεταφράσεις: pomoc, pomocnik, sprzyjać, pomagać, wsparcie, pomocy