Βοήθημα στα γερμανικά

Μετάφραση: βοήθημα, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
helfen, sorgfalt, mithilfe, sorge, pflege, hilfeleistung, behandlung, hilfe, assistieren, unterstützung, beihilfe, hilfsmittel, Hilfe, Beihilfen
Βοήθημα στα γερμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βοήθημα

βοήθημα βιολογίας γ γυμν, βοήθημα ιλιάδας β γυμν, βοήθημα 500 ευρώ, βοήθημα φυσικής γ γυμν, βοήθημα γλώσσας β γυμν, βοήθημα λεξικό γλώσσας γερμανικά, βοήθημα στα γερμανικά

Μεταφράσεις

  • βλοσυρός στα γερμανικά - verdrießlich, griesgrämig, grämlich, mürrisch, hintern, arsch, po, ...
  • βοήθεια στα γερμανικά - unterstützung, helfen, bestätigen, befürwortung, rückendeckung, hilfeleistung, sorge, ...
  • βοηθητικός στα γερμανικά - zusätzlich, hilfsverb, helfer, Hilfs-, Hilfs, Zusatz, Neben
  • βοηθός στα γερμανικά - aushilfe, gehilfe, stütze, geselle, unterstützung, hilfe, mithilfe, ...
Τυχαίες λέξεις
Βοήθημα στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: helfen, sorgfalt, mithilfe, sorge, pflege, hilfeleistung, behandlung, hilfe, assistieren, unterstützung, beihilfe, hilfsmittel, Hilfe, Beihilfen