Βοήθημα στα βουλγαρικά

Μετάφραση: βοήθημα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
помагам, помощ, помощи, на помощта, помощите
Βοήθημα στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βοήθημα

βοήθημα βιολογίας γ γυμν, βοήθημα ιλιάδας β γυμν, βοήθημα 500 ευρώ, βοήθημα φυσικής γ γυμν, βοήθημα γλώσσας β γυμν, βοήθημα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, βοήθημα στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • βλοσυρός στα βουλγαρικά - мрачен, мрачно, мрачна, мрачната, мрачни
  • βοήθεια στα βουλγαρικά - помагам, помощ, помогне, помогнат, помогне на, от помощ
  • βοηθητικός στα βουλγαρικά - спомагателен, помощен, спомагателни, спомагателно, спомагателната
  • βοηθός στα βουλγαρικά - помагам, помощник, асистент, сътрудник
Τυχαίες λέξεις
Βοήθημα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: помагам, помощ, помощи, на помощта, помощите