Ιερέας στα λιθουανικά
Μετάφραση: ιερέας, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
klebonas, kunigas, pastorius, ministras, kapelionas, Chaplain, kapelionu, kapelionui, Koplyčia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ιερέας
ιερέας συνελήφθη, ιερέας εξαπατούσε άνεργους τάζοντάς τους δουλειά, ιερέας ανατολικής εκκλησίας, ιερέας ξεσαλώνει μέσα στην εκκλησία, ιερέας έπνιξε μωρό στην κολυμπήθρα, ιερέας λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ιερέας στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ιδρυτής στα λιθουανικά - įkūrėjas, atsakingas asmuo, steigėjas, steigėja, įkūrėjų
- ιδρύω στα λιθουανικά - lieti, stačias, pastatyti, statyti, stačios, pasistatyti
- ιεραπόστολος στα λιθουανικά - misionierius, misionierių, misionieriaus, misionieriumi, misionieriškas
- ιερατείο στα λιθουανικά - kunigystė, kunigystės, kunigystę, kunigystei, dvasininkija
Τυχαίες λέξεις
Ιερέας στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: klebonas, kunigas, pastorius, ministras, kapelionas, Chaplain, kapelionu, kapelionui, Koplyčia
Μεταφράσεις: klebonas, kunigas, pastorius, ministras, kapelionas, Chaplain, kapelionu, kapelionui, Koplyčia