Λαχανιάζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: λαχανιάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
alsuoti, dvėsuoti, dūstant švokšti, dūsuoti, dūstant tarti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαχανιάζω
λαχανιάζω συνώνυμο, λαχανιάζω εύκολα, λαχανιάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, λαχανιάζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- λατρεία στα λιθουανικά - garbinimas, garbinimo, šlovinimas, garbinimą, garbinti
- λατρεύω στα λιθουανικά - garbinimas, garbinimo, šlovinimas, garbinimą, garbinti
- λαχανικό στα λιθουανικά - daržovė, daržovių, augalinis, augaliniai, augalinių, augalinės
- λαχτάρα στα λιθουανικά - troškimas, potraukis, potraukį narkotikams, Zachcianka, Rinkimuose
Τυχαίες λέξεις
Λαχανιάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: alsuoti, dvėsuoti, dūstant švokšti, dūsuoti, dūstant tarti
Μεταφράσεις: alsuoti, dvėsuoti, dūstant švokšti, dūsuoti, dūstant tarti