Λαχανιάζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: λαχανιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
liheg, nadrág, pant, nadrágpelenka, nadrágot
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λαχανιάζω
λαχανιάζω συνώνυμο, λαχανιάζω εύκολα, λαχανιάζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, λαχανιάζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- λατρεία στα ουγγρικά - imádás, imádat, istentisztelet, imádják, istentiszteleti
- λατρεύω στα ουγγρικά - imádás, imádat, istentisztelet, imádják, istentiszteleti
- λαχανικό στα ουγγρικά - zöldségféle, zöldség, növényi, zöldségszaporító, a növényi, növényi eredetű
- λαχτάρα στα ουγγρικά - sóvárgás, vágy, sóvárgást, utáni vágy, utáni sóvárgás
Τυχαίες λέξεις
Λαχανιάζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: liheg, nadrág, pant, nadrágpelenka, nadrágot
Μεταφράσεις: liheg, nadrág, pant, nadrágpelenka, nadrágot