Μπετό στα λιθουανικά
Μετάφραση: μπετό, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
betonas, cementas, betono, konkretus, konkrečių, konkreti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπετό
μπετόν καθαριότητας, γκρό μπετόν, βιομηχανικό μπετόν, μπετό λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μπετό στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μπερδεύω στα λιθουανικά - įpainioti, susipainioti, apipinti, apkraiglioti
- μπερμπάντης στα λιθουανικά - niekšas, bermpantis
- μπετόν στα λιθουανικά - betonas, betono, Betonavimo, konkretus, betonavimo darbams skirta
- μπηχτή στα λιθουανικά - bichti
Τυχαίες λέξεις
Μπετό στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: betonas, cementas, betono, konkretus, konkrečių, konkreti
Μεταφράσεις: betonas, cementas, betono, konkretus, konkrečių, konkreti