Μύτη στα λιθουανικά
Μετάφραση: μύτη, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nosis, nosies, nosį, iš nosies, nose
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μύτη
μύτη σαν σαλάμι, μύτη αίμα, μύτη βιδώματος με στοπ για γυψοσανίδα, μύτη που ματώνει, μύτη ονειροκρίτης, μύτη λεξικό γλώσσας λιθουανικά, μύτη στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- μύλος στα λιθουανικά - fabrikas, malūnas, malūno, gamykla
- μύρτος στα λιθουανικά - Myrtos
- μώλωπας στα λιθουανικά - mėlynė, sumušimas, gauti mėlynę, krušti, sudaužymas
- νάνος στα λιθουανικά - nykštukas, nykštukė, žemaūgis, neūžauga, žemaūgės
Τυχαίες λέξεις
Μύτη στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nosis, nosies, nosį, iš nosies, nose
Μεταφράσεις: nosis, nosies, nosį, iš nosies, nose