Μύτη στα ολλανδικά

Μετάφραση: μύτη, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
neus, neus-, de neus, neus van
Μύτη στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μύτη

μύτη σαν σαλάμι, μύτη αίμα, μύτη βιδώματος με στοπ για γυψοσανίδα, μύτη που ματώνει, μύτη ονειροκρίτης, μύτη λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μύτη στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • μύλος στα ολλανδικά - metaalfabriek, molen, Mill, fabriek, molen van, de Molen
  • μύρτος στα ολλανδικά - myrtos, Mirtos, van Myrtos, van Mirtos
  • μώλωπας στα ολλανδικά - kneuzing, blauwe plek, blauwe plekken, bloeduitstorting, bruise
  • νάνος στα ολλανδικά - minuscuul, dwerg, aardmannetje, dwergachtig, gnoom, dwarf, dwergen
Τυχαίες λέξεις
Μύτη στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: neus, neus-, de neus, neus van