Μύτη στα ρωσικά

Μετάφραση: μύτη, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
обоняние, головка, выискивать, учуять, чутьё, нюх, нес, осведомитель, форсунка, нос, гнусавить, сопло, носа, носом, носу, носовой
Μύτη στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μύτη

μύτη σαν σαλάμι, μύτη αίμα, μύτη βιδώματος με στοπ για γυψοσανίδα, μύτη που ματώνει, μύτη ονειροκρίτης, μύτη λεξικό γλώσσας ρωσικά, μύτη στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • μύλος στα ρωσικά - измельчать, предприятие, выделывать, пресс, зернодробилка, просо, кружить, ...
  • μύρτος στα ρωσικά - мирт, Myrtos, Миртос, Миртос и
  • μώλωπας στα ρωσικά - зашибиться, зашибаться, подтёк, ушибиться, ушибаться, контузия, повреждение, ...
  • νάνος στα ρωσικά - карликовый, гном, фитюлька, карлик, лилипут, карлика, карликом, ...
Τυχαίες λέξεις
Μύτη στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: обоняние, головка, выискивать, учуять, чутьё, нюх, нес, осведомитель, форсунка, нос, гнусавить, сопло, носа, носом, носу, носовой