Μύτη στα ουκρανικά

Μετάφραση: μύτη, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
ніс, голівка, нюх, головка, носа
Μύτη στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μύτη

μύτη σαν σαλάμι, μύτη αίμα, μύτη βιδώματος με στοπ για γυψοσανίδα, μύτη που ματώνει, μύτη ονειροκρίτης, μύτη λεξικό γλώσσας ουκρανικά, μύτη στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • μύλος στα ουκρανικά - молочний, млин, мельница, млинок, вітряк
  • μύρτος στα ουκρανικά - мирт, Myrtos
  • μώλωπας στα ουκρανικά - синець, синяк, синця
  • νάνος στα ουκρανικά - мошки, гном, карлик
Τυχαίες λέξεις
Μύτη στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: ніс, голівка, нюх, головка, носа