Πατριώτης στα λιθουανικά
Μετάφραση: πατριώτης, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
patriotas, Patriot, patriotu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πατριώτης
πατριώτης ή εθνικιστής, μικρομεσαίοσ πατριώτησ, ο πατριώτης, πατριώτης λεξικό, εφημερίδα πατριώτησ, πατριώτης λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πατριώτης στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- πατριάρχης στα λιθουανικά - patriarchas, patriarcho, patriarchu, patriarchui, tėvas
- πατρικός στα λιθουανικά - tėvo, tėvystės, iš tėvo, tėviška, Paternal
- πατρογονικός στα λιθουανικά - tėvoninis, Patrymonialny, Odziedziczony, Patrimoniāls, paveldėtai
- πατρονάρισμα στα λιθουανικά - globa, užtarimas, klientūra, globojimas, nuolatiniai lankytojai
Τυχαίες λέξεις
Πατριώτης στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: patriotas, Patriot, patriotu
Μεταφράσεις: patriotas, Patriot, patriotu