Πατριώτης στα τσεχικά
Μετάφραση: πατριώτης, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vlastenec, patriot, vlastencem, vlastence
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πατριώτης
πατριώτης ή εθνικιστής, μικρομεσαίοσ πατριώτησ, ο πατριώτης, πατριώτης λεξικό, εφημερίδα πατριώτησ, πατριώτης λεξικό γλώσσας τσεχικά, πατριώτης στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- πατριάρχης στα τσεχικά - patriarcha, patriarchou, Patriarch, patriarchovi, praotců
- πατρικός στα τσεχικά - otcovský, otcovská, otcovy, otcovské, z otcovy
- πατρογονικός στα τσεχικά - dědičný, dědický, Patrimonial, patrimoniální, patrimoniálním, dědičnou
- πατρονάρισμα στα τσεχικά - podpora, záštita, patronát, ochrana, protekce, mecenášství, sponzorství, ...
Τυχαίες λέξεις
Πατριώτης στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: vlastenec, patriot, vlastencem, vlastence
Μεταφράσεις: vlastenec, patriot, vlastencem, vlastence