Πατριώτης στα σουηδικά
Μετάφραση: πατριώτης, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
patriot, patrioten, patriotism
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πατριώτης
πατριώτης ή εθνικιστής, μικρομεσαίοσ πατριώτησ, ο πατριώτης, πατριώτης λεξικό, εφημερίδα πατριώτησ, πατριώτης λεξικό γλώσσας σουηδικά, πατριώτης στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- πατριάρχης στα σουηδικά - patriark, patriarken, Patriarch, stamfader, patriarkens
- πατρικός στα σουηδικά - paternal, faderliga, faderlig, fader, pappa
- πατρογονικός στα σουηδικά - patrimonial, nedärvd, patrimoniala, patrimoniell
- πατρονάρισμα στα σουηδικά - beskydd, patronage, beskyddarskap, beskyddare, mecenat
Τυχαίες λέξεις
Πατριώτης στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: patriot, patrioten, patriotism
Μεταφράσεις: patriot, patrioten, patriotism