Συμπίπτω στα λιθουανικά

Μετάφραση: συμπίπτω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
sutikti, sutinka, sutinku, sutampa, pritariu
Συμπίπτω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπίπτω

συμπίπτω english, συμπίπτω κλίση, συμπίπτω συνώνυμα, συμπίπτω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, συμπίπτω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • συμπέρασμα στα λιθουανικά - sprendimas, išvada, išvados, išvadą, sudarymas
  • συμπίεση στα λιθουανικά - suspaudimas, suspaudimo, suspaudimu, kompresinio, glaudinimo
  • συμπαγής στα λιθουανικά - tvirtas, kietas, grynas, kompaktiškas, kompaktiška, kompaktiški, kompaktiškos, ...
  • συμπαθητικός στα λιθουανικά - gražus, nice, malonu, graži, malonus
Τυχαίες λέξεις
Συμπίπτω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: sutikti, sutinka, sutinku, sutampa, pritariu