Συμπίπτω στα ρουμανικά

Μετάφραση: συμπίπτω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
coincide, acord, de acord, sunt de acord, concură
Συμπίπτω στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπίπτω

συμπίπτω english, συμπίπτω κλίση, συμπίπτω συνώνυμα, συμπίπτω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, συμπίπτω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • συμπέρασμα στα ρουμανικά - sfârşit, decizie, final, concluzie, încheierii, încheierea, concluzia, ...
  • συμπίεση στα ρουμανικά - comprimare, compresie, de compresie, de comprimare, compresiune
  • συμπαγής στα ρουμανικά - solid, masiv, compact, compactă, compacte, compacta
  • συμπαθητικός στα ρουμανικά - simpatic, frumos, bună, superbă, drăguț, de frumos
Τυχαίες λέξεις
Συμπίπτω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: coincide, acord, de acord, sunt de acord, concură