Συμπίπτω στα σουηδικά

Μετάφραση: συμπίπτω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
instämmer, instämma, ense, sammanfaller, instämmer i
Συμπίπτω στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπίπτω

συμπίπτω english, συμπίπτω κλίση, συμπίπτω συνώνυμα, συμπίπτω λεξικό γλώσσας σουηδικά, συμπίπτω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • συμπέρασμα στα σουηδικά - slut, slutsats, ingående, slutsatsen, ingåendet, Sammanfattningsvis
  • συμπίεση στα σουηδικά - kompression, komprimering, kompressions, komprimerings
  • συμπαγής στα σουηδικά - massiv, tät, stadig, stark, säker, gedigen, fast, ...
  • συμπαθητικός στα σουηδικά - fin, trevlig, trevligt, trevliga, bra
Τυχαίες λέξεις
Συμπίπτω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: instämmer, instämma, ense, sammanfaller, instämmer i