Συμπίπτω στα φινλανδικά

Μετάφραση: συμπίπτω, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
limittää, taite, limitys, samaa mieltä, yhtyä, samaa, yhtä mieltä, ovat yhtä mieltä
Συμπίπτω στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμπίπτω

συμπίπτω english, συμπίπτω κλίση, συμπίπτω συνώνυμα, συμπίπτω λεξικό γλώσσας φινλανδικά, συμπίπτω στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • συμπέρασμα στα φινλανδικά - olettamus, loppulause, päätös, johtopäätös, oletus, loppu, päätelmä, ...
  • συμπίεση στα φινλανδικά - tiiviste, tiivistys, puristus, puristuma, tiivistäminen, painaminen, tiivistymä, ...
  • συμπαγής στα φινλανδικά - jalo, aatelinen, ahtaa, tukeva, kova, tiivis, ylhäinen, ...
  • συμπαθητικός στα φινλανδικά - sympaattinen, kiva, mukava, Nice, mukavaa, Nizza
Τυχαίες λέξεις
Συμπίπτω στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: limittää, taite, limitys, samaa mieltä, yhtyä, samaa, yhtä mieltä, ovat yhtä mieltä