Τομέας στα λιθουανικά
Μετάφραση: τομέας, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
lyguma, laukinis, dirvožemis, karalystė, sritis, sektorius, sektoriaus, sektoriuje, sektoriui, sektorių
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τομέας
τομέας 6 εκπαιδευτικά αποτελέσματα, τομέας αστροφυσικής αστρονομίας και μηχανικής, τομέας ποινικών και εγκληματολογικών επιστημών, τομέας χ, τομέας 3 διδασκαλία και μάθηση, τομέας λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τομέας στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- τολμώ στα λιθουανικά - išdrįsti, išdrįstų, išdrįsta, drįsta, nedrįsta
- τολύπη στα λιθουανικά - sluoksniuoti, dribsnis, kristi dribsniais, džiovykla, luptis
- τομή στα λιθουανικά - divizija, skyrius, departamentas, skyriuje, skirsnis, skirsnyje, dalis
Τυχαίες λέξεις
Τομέας στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: lyguma, laukinis, dirvožemis, karalystė, sritis, sektorius, sektoriaus, sektoriuje, sektoriui, sektorių
Μεταφράσεις: lyguma, laukinis, dirvožemis, karalystė, sritis, sektorius, sektoriaus, sektoriuje, sektoriui, sektorių