Τομέας στα ουγγρικά

Μετάφραση: τομέας, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
állam, háttér, szektor, ágazat, ágazatban, szektorban, ágazathoz
Τομέας στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τομέας

τομέας 6 εκπαιδευτικά αποτελέσματα, τομέας αστροφυσικής αστρονομίας και μηχανικής, τομέας ποινικών και εγκληματολογικών επιστημών, τομέας χ, τομέας 3 διδασκαλία και μάθηση, τομέας λεξικό γλώσσας ουγγρικά, τομέας στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • τολμώ στα ουγγρικά - merészel, mer, mernek, merik, merte
  • τολύπη στα ουγγρικά - púderpamacs, agyondicsérés, fuvalom, pöfékelés, pehely, lemezes, lehámoz, ...
  • τομή στα ουγγρικά - negyed, gerezd, profil, alfaj, keresztszelvény, szegmens, ácsolatszakasz, ...
  • τον στα ουγγρικά - a, az
Τυχαίες λέξεις
Τομέας στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: állam, háttér, szektor, ágazat, ágazatban, szektorban, ágazathoz