Τομέας στα τούρκικα
Μετάφραση: τομέας, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
alan, küre, meydan, ova, krallık, tarla, disiplin, sektör, sektörü, sektörünün, sektörün, sektöründe
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τομέας
τομέας 6 εκπαιδευτικά αποτελέσματα, τομέας αστροφυσικής αστρονομίας και μηχανικής, τομέας ποινικών και εγκληματολογικών επιστημών, τομέας χ, τομέας 3 διδασκαλία και μάθηση, τομέας λεξικό γλώσσας τούρκικα, τομέας στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- τολμώ στα τούρκικα - cesaret, cüret, dare, göze
- τολύπη στα τούρκικα - yorgan, pul, yonga, tanesi, yaprak, flake
- τομή στα τούρκικα - parça, şube, kısım, fasıl, bölüm, bölge, bolum, ...
- τον στα τούρκικα - ona
Τυχαίες λέξεις
Τομέας στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: alan, küre, meydan, ova, krallık, tarla, disiplin, sektör, sektörü, sektörünün, sektörün, sektöründe
Μεταφράσεις: alan, küre, meydan, ova, krallık, tarla, disiplin, sektör, sektörü, sektörünün, sektörün, sektöründe