Τρυφερός στα λιθουανικά

Μετάφραση: τρυφερός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
jautrus, meilus, mylintis, loving, mylėti, myli, meilės
Τρυφερός στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τρυφερός

τρυφερόσ συνώνυμα, τρυφερός άντρας, τρυφερόσ σύντροφοσ, τρυφερός συνώνυμο, τρυφερός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, τρυφερός στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • τρυπάνι στα λιθουανικά - grąžtas, gręžimo, drill, audra, sėjamoji
  • τρυπώ στα λιθουανικά - čiaupas, Bakstelėkite, palieskite, čiaupo, vandentiekio
  • τρυφερότητα στα λιθουανικά - švelnumas, jautrumas, skausmingumas, švelnumo, minkštumas
  • τρωκτικό στα λιθουανικά - graužikas, graužikų, graužikais, graužikai, lyties graužikais
Τυχαίες λέξεις
Τρυφερός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: jautrus, meilus, mylintis, loving, mylėti, myli, meilės