Αναβολή στα νορβηγικά

Μετάφραση: αναβολή, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
utsettelse, utsettelsen, utsatt, utsettelser
Αναβολή στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναβολή

αναβολή στράτευσης, αναβολή στρατού, αναβολή για κρείσσονες, αναβολή στην ποινική δίκη, αναβολή για κοινωνικούς λόγους κεπ, αναβολή λεξικό γλώσσας νορβηγικά, αναβολή στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • αναβιώνω στα νορβηγικά - gjenopplive, å gjenopplive
  • αναβλύζω στα νορβηγικά - god, bra, brønn, frisk, utbrudd, sprut, sprute, ...
  • αναβοσβήνω στα νορβηγικά - blinke, blink, blinker, blunke, å blinke
  • αναγέννηση στα νορβηγικά - regenerering, regenerasjon, restitusjon, gjenfødelse, fornyelse
Τυχαίες λέξεις
Αναβολή στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: utsettelse, utsettelsen, utsatt, utsettelser